Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2007

Ο ΦΟΝΟΣ

Καλησπέρα. Στέλνω το 2ο κείμενο της Διαδραστικής.

Ήρα, ελπίζω να έχεις ήδη βρει το blog μέσω του radio poetry και να απολάυσεις το κείμενο (παράληψή μου, δεν είπα τίποτα για το blog μου στην τάξη...).

Ο ΦΟΝΟΣ

Ήταν νεκρός εδώ και καιρό. Οι ατελείωτες ώρες και μέρες περνούσαν χωρίς να λαμβάνει κανένα δώρο ηδονής ευτυχίας πόνου ή αγάπης. Απονεκρωμένος από κάθε συναίσθημα, από κάθε χαρά ή συγκίνηση.
Είχε μια μανιασμένη επιθυμία να καταστρέψει τα πάντα. Έναν άγριο πόθο να ξεφύγει από τη σφοδρή αθλιότητα της χλιαρής απάθειάς της. Και εκείνη τον έσπρωχνε όλο και πιο βαθειά στη θαλπωρή του διαβολικού της κενού. Χόρευε σε ένα ξέφρενο ρυθμό σαδιστικής ηδονής, προσπαθώντας να εξοντώσει την ίδια του την ύπαρξη. Δίχως οίκτο ή αιδώ. Δίχως τέλος.
Τη μοιραία ημέρα, την ημέρα της κάθαρσης, λουσμένος στο ξημέρωμα της μοναξιάς, ήταν ήρεμος. Αυτήν τη φορά την είχε σκοτώσει για πάντα. Δεν ένιωθε τύψεις ή ενοχές. Δεν ένιωθε ούτε καν τρόμο. Ο τρόμος τον είχε εγκαταλείψει εδώ και πολύ καιρό, παραχωρώντας ιπποτικά τη θέση του στην εμμονή.
Την τοποθέτησε με περίσσια προσοχή στη μπανιέρα, έβγαλε από πάνω της το ξεραμένο αίμα και κομμάτια πολτοποιημένης σάρκας με καυτό νερό και σαπούνι. Την άδειασε από όλα τα εντόσθια, τρυφερά, σχεδόν ευλαβικά. Σα να την ετοίμαζε για κάποια επίσημη, πανηγυρική τελετή. Την όρισε βασίλισσα του κρεβατιού και έμεινε να την κοιτάει με τις ώρες. Ήταν τόσο όμορφη και τόσο αποκρουστικά σφαγμένη!
Είχε καταφέρει να αποσυνθέσει το σώμα της με απανωτές μαχαιριές. Το μαχαίρι μπαινόβγαινε στην περιούσια σάρκα ξανά και ξανά με τρομακτική προσήλωση. Η σάρκα σχεδόν στάλαζε, ξεκόλλαγε από τα οστά και χυνόταν στα μυρωδάτα σεντόνια. Μικρά κομματάκια οσίου κρέατος ήταν διάσπαρτα παντού. Αποτρόπαιο! Την είχε σχεδόν πολτοποιήσει. Η αποφορά της λιωμένης σάρκας γέμιζε τον αέρα του δωματίου, πότιζε τα σεντόνια και τους τοίχους. Ήταν τόσο έντονη που τώρα πια ταξίδευε έξω από το δωμάτιο. Αυτή η τόσο λατρευτή αποφορά είχε ξεχυθεί στους δρόμους και αναζητούσε δικαιοσύνη.
Ως το απόβραδο είχε πάρει μια τρομακτική απόφαση. Όλη νύχτα την έκοβε μικρά-μικρά κομματάκια. Ως το ξημέρωμα είχε καταβροχθίσει ένα ολόκληρο πόδι.
Ήθελε να βρει τη λύτρωση να αδειάσει τη ψυχή του από όλες τις συμφορές, και να κρατήσει μόνον αυτή για πάντα μέσα του. Αυτήν. Την αγαπημένη.
Αποκοιμήθηκε χορτασμένος από μια λυτρωτική συντριβή. Όμως, σαν ξύπνησε ένας αδυσώπητος χορός μαρτυρίου είχε στηθεί μέσα στο κεφάλι του. Η κάθε λέξη της σκέψης του, ποδοπατούσε το αρρωστημένο του μυαλό. Πετάχτηκε από το κρεβάτι θέλοντας να ουρλιάξει και αναρωτήθηκε: « Μου απάντησε ποτέ αν αληθινά μ΄ αγάπησε? Μου απάντησε? Τι έχω κάνει? τι έβαλα στις φλέβες μου? Το ελιξίριο της σωτηρίας ή το κολασμένο δηλητήριο της αμφιβολίας?»
Όχι, δεν είχε προλάβει να του απαντήσει. Χαμένη μέσα στο λαβύρινθο του Εγώ της δεν είχε δώσει ποτέ τόση σημασία σε άλλο πλάσμα.
Και τώρα? Tώρα? Που είναι η λύτρωση που περίμενε? Η επιστροφή της χαμένης αθωότητας? Το πικρό δηλητήριο της αμφιβολίας είχε εισβάλει στις φλέβες του για πάντα. Η αγάπη της, η αφοσίωσή της θα παρέμεναν για πάντα ένα άλυτο μυστήριο.
Αυτή ήταν τώρα η παράφορη καταδίκη του. Έμπαινε πάλι σε έναν κυκεώνα συναισθημάτων αναζητώντας απελπισμένα απαντήσεις. Όμως εκείνη, η λατρευτή του, δεν ήταν εκεί να του τις δώσει. Θεέ μου, τι είχε κάνει? Τίποτα από όλη αυτή τη βαρβαρότητα δεν ήταν ωφέλιμο για να βρει τη λύτρωση. Έπρεπε να τη φέρει πίσω, έστω για ένα λεπτό. Μόνο για μια απάντηση. Έπρεπε να υπάρχει μια έξοδος από αυτήν την απερίγραπτη κόλαση.
Ένιωσε σφοδρή, ανυπόφορη οδύνη μέσα στην άθλια αποκτήνωση του. Και τότε μια απέραντη αυτοκρατορία του παρέδωσε το κλειδί της: Η αυτοκρατορία της παράλυσης…
Του ήταν ξεκάθαρο πλέον. Όλα ήταν πολύ χειρότερα από πριν. Πέρασε μέσα από αυτήν την σκοτεινή κόλαση του άγριου φόνου για να ανακαλύψει τη ματαιότητά του. Η γαλήνη που τόσο απεγνωσμένα έψαχνε του γελούσε ειρωνικά καθώς αποκρίνονταν για πάντα από κοντά του. Είχε μείνει μόνος με τη μισοφαγωμένη νεκρή που είχε λατρέψει, και η ερημιά του φρικτού της θανάτου του πάγωνε τη σκέψη.
Τώρα πια δεν επιθυμούσε τίποτα άλλο από την εξόντωση και τη τιμωρία του. Δεν ήθελε να διασχίσει και πάλι την κόλαση. Αναζητούσε για άλλη μια φορά τη λύτρωση. Και Εκείνη θα ήταν για πάντα μέσα του.

ΠΩΣ ΝΑ ΑΝΤΕΞΕΙ ΤΟΣΟ ΕΡΩΤΑ?



Σε επόμενο post και οι στίχοι ενός αγαπημένου τραγουδιού που συνόδευε στο μυαλό το παραπάνω κείμενο.


Καλό 3ήμερο σε όλους!

Δεν υπάρχουν σχόλια: